Φωκαέα

Φωκαέα
Φωκᾱέᾱ , Φωκαιεύς
Phocaea
masc acc sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Λαγαρία — Αρχαία ελληνική αποικία, κοντά στους Θούριους της Κάτω Ιταλίας. Χτίστηκε από τον Φωκαέα ήρωα Επειό, που κατασκεύασε τον Δούρειο ίππο. Σύμφωνα με πληροφορίες του Στράβωνα, η Λ. παρήγαγε περίφημο γλυκό κρασί (λαγαριτανός οίνος), το οποίο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”